27/1/13

Ποίηση Παρασκευής-Ερωφίλη

Μαθητές της Α' Γυμνασίου έπαιξαν μουσική και απήγγειλαν αποσπάσματα από την "Ερωφίλη" του Γεωργίου Χορτάτση. Απόσπασμα από το βίντεο της απαγγελίας μπορείτε να παρακολουθήσετε στη σελίδα "Ποίηση της Παρασκευής". Ακολουθούν σύντομο βιογραφικό και τα αποσπάσματα που απαγγέλθηκαν.

Υπεύθυνη καθηγήτρια: Δέσποινα Ασκιανάκη.



Σύντομο βιογραφικό σημείωμα:

Ο Γεώργιος Χορτάτσης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στα μέσα του 16ου αιώνα. Πολύ λίγα στοιχεία υπάρχουν για τη ζωή του. Καταγόταν από αρχοντική γενιά του Βυζαντίου και οι πρόγονοί του έφτασαν στην Κρήτη από τη Μικρά Ασία. Η καλή οικονομική κατάσταση της οικογένειάς του τού επέτρεψε να αποκτήσει σημαντική για την εποχή μόρφωση. Ο Χορτάτσης χαρακτηρίστηκε αναγεννησιακός ποιητής και το έργο του περιλαμβάνει όλα τα είδη του θεάτρου. Συγκεκριμένα, στα τέλη περίπου του 16ου αιώνα, την εποχή δηλαδή που η Κρήτη βρισκόταν στην καλλιτεχνική και πνευματική της ακμή, έγραψε την κωμωδία «Κατσούρμπος», την τραγωδία «Ερωφίλη» και  το ποιμενικό δράμα «Πανώρια».
Σήμερα θα σας διαβάσουμε αποσπάσματα από την τραγωδία «Ερωφίλη» που είναι η πιο γνωστή τραγωδία της κρητικής λογοτεχνίας και πραγματεύεται τον απαγορευμένο έρωτα δύο νέων· της Ερωφίλης και του Πανάρετου.
Η Ερωφίλη, κόρη του σκληρού και άδικου βασιλιά της Αιγύπτου Φιλόγονου, έχει παντρευτεί κρυφά τον γενναίο στρατηγό του πατέρα της, Πανάρετο. Όταν ο Φιλόγονος αποφασίζει να παντρέψει την κόρη του με κάποιον άλλο και επιλέγει τον Πανάρετο ως μεσάζοντα, ο μυστικός γάμος των δύο νέων έρχεται στο φως. Ο Φιλόγονος θα εκδικηθεί τους δύο νέους με τον πιο σκληρό και αιμοσταγή τρόπο….

Απόσπασμα από τον μονόλογο της Ερωφίλης για τις χαρές και τις πίκρες του έρωτα:

Τα γέλια με τα κλάηματα, με την χαράν η πρίκα
μιαν ώραν εσπαρθήκασι κι ομάδι εγεννηθήκα
γι’ αυτό μαζί γυρίζουσι και το ‘να στ’ άλλο αλλάσσει
κι όποιος εγέλα το ταχύ, κλαίγει προχού βραδιάσει.
Μοίρα κακή κι αντίδικη, τυραννισμένη μοίρα,
ποια πάθη από τον έρωτα, ποιες πρίκες δεν επήρα;
Στη δούλεψη κι εις τσι καημούς μικρή περίσσα εμπήκα
τσ’ αγάπης κι όλα τα κακά κι οι παιδωμές μ’ ευρήκα.
Μόνια μου με τον έρωτα καθ’ ώραν επολέμου
και κιανενός τα πάθη μου δεν έδειχνα ποτέ μου.
Μα κείνος μάστορας καλός γιατ’ ήτο του πολέμου,
μέρα και νύκτα δυνατό πόλεμον έδιδέ μου.
Χίλια ακριβά τασσίματα μου ‘τασσε κάθα μέρα
και χίλια μου ‘κτιζε όμορφα περβόλια στον αέρα,
χίλιες σγουράφιζε χαρές μέσα στο λογισμό μου
και χίλιες έδειχνε ομορφιές πάντα των αμματιώ μου.


Η Ερωφίλη αφηγείται στη νένα της το όνειρό της που προοικονομεί τα δεινά του ζευγαριού:

Δυο περιστέρια πλουμιστά μου φαίνετονε, νένα,
σ’ ένα ψηλότατο δεντρό κι εθώρου φωλεμένα.
Κι εσμίγασι κανακιστά και σπλαχνικά εφιλούσα,
κι ένα τ’ αλλού τα πάθη τως, σου φαίνετο, εμιλούσα.

Μα πάνω στσι χαρές τωνε γεις λούπης πεινασμένος
σώνει στη μέση και των δυο περίσσα θυμωμένος.
Κι άρπαξε το ’να ξαφνικά τα’ άλλου απού την αγκάλη
και ξέσκισέ το κι έφα το μ’ αχορταγιά μεγάλη.
 
Και τ’ άλλο απού πόμεινε τόσα πολλά λυπήθη,
απού κι εκείνο να μη ζει μιαν ώραν εβουλήθη.
Και το ζημιό τη μούρη του προς τση καρδιάς τα μέρη
μπήχνει κι αυτό και σφάζεται για τ’ ακριβό του ταίρι.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου